7
« Τελευταίο μήνυμα από Ορφέας στις Μαρτίου 27, 2020, 05:05:54 μμ »
4. Η ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΟΣΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΙΑΤΡΙΚΗ
Όταν αναφερόμαστε σε ανθρώπους, ο όρος «herd immunity» είθισται να αποδίδεται ως «ανοσία του Πληθυσμού» ή «ανοσία της Κοινότητας» και όχι ως «ανοσία της Αγέλης», γιατί, απλούστατα, οι άνθρωποι δεν αποτελούν «αγέλες» και δεν ζουν σε «αγέλες» (ή, μήπως, αποτελούν;).
Ο όρος herd immunity, με την έννοια της φυσικής ανοσίας του «πληθυσμού» ή της «κοινότητας» (και όχι της «αγέλης»), έχει θετικό πρόσημο.
Όπως γράφει ο ιστορικός Richard Evans στο εξαιρετικό έργο του «Η Επιδίωξη της Ισχύος: Η Ευρώπη 1815-1914» (2016, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2018), μια εντυπωσιακή και πρωτότυπη ιστορική σύνθεση που θα έπρεπε να μελετηθεί από καθέναν που ενδιαφέρεται για την αληθινή κατάσταση της Ευρώπης κατά τον 19ο αιώνα:
«Τον 19ο αιώνα η άμεση ιατρική παρέμβαση ελάχιστα εμπόδισε και ακόμη λιγότερο θεράπευσε τις λοιμώδεις νόσους. Η υγειονομική επανάσταση που συντελέστηκε στις ευρωπαϊκές πόλεις το δεύτερο ήμισυ του αιώνα με την παροχή καθαρού νερού και τα σωστά αποχετευτικά συστήματα ήταν εκείνη που βοήθησε να σταματήσει η εξάπλωση της χολέρας και μείωσε τον επιπολασμό του τύφου, του τυφοειδούς πυρετού και παρόμοιων νόσων». (Evans, 466)
«Οι εκστρατείες για τη δημόσια υγεία έλαβαν δεόντως υπόψη τους αυτό το γεγονός, το οποίο σύντομα επιβεβαιώθηκε και για άλλες νόσους, στις οποίες περιλαμβάνονταν κυρίως η διφθερίτιδα, αλλά και η οστρακιά, η μηνιγγίτιδα, η πολιομυελίτιδα και ο τυφοειδής πυρετός, που μπορούσαν να μεταδίδονται με το φρέσκο γάλα ή το νερό. Η εκπαίδευση των ανθρώπων ώστε να τηρούν κανόνες προσωπικής καθαριότητας σε συνδυασμό με μέτρα δημόσιας υγείας, όπως η παροχή καθαρού νερού, ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για την πρόληψη ασθενειών αυτού του είδους. Το πιο εντυπωσιακό αποτέλεσμα ήταν η βαθμιαία εξαφάνιση των μεγάλων επιδημιών που σάρωναν κατά διαστήματα την Ευρώπη». (Evans, 462)
Αυτή η κοινωνικό-υγειονομική (και, όχι ιατρική) επανάσταση σε συνδυασμό με τη σχετική βελτίωση των συνθηκών και των ωραρίων εργασίας, της αμοιβής της εργασίας και της διατροφής (που επιτεύχθηκαν με την δράση των εργαζόμενων), και με την διάδοση ορισμένων κανόνων υγιεινής που άρχισαν να εφαρμόζονται από όλο και περισσότερους ανθρώπους (σε ό,τι αφορά την παρασκευή του φαγητού, το πλύσιμο των χεριών προ του φαγητού, την ατομική υγιεινή κατά την αφόδευση, κλπ.), είναι που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος των ανθρώπων και στη φυσική ανάπτυξη της «ανοσίας του πληθυσμού».
«Κατά τον 19ο αιώνα, σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις δεν υπήρχε καθόλου αντλούμενο ή τρεχούμενο νερό, και οι περισσότερες δεν διέθεταν πόσιμο νερό (στον ποταμό Ρήνο, απ’ όπου έπαιρναν νερό για κάθε χρήση εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μόνο το 50% του συνολικού όγκου του νερού προέρχονταν από φυσικές πηγές ενώ το υπόλοιπο προέρχονταν από τις αποχετεύσεις 1.500.000 ανθρώπων που κατοικούσαν στη λεκάνη απορροής του ποταμού, από τα ανθρώπινα λύματα και τα βιομηχανικά απόβλητα 150 ορυχείων και 100 εργοστασίων…). Υπήρχαν πολύ λίγα αποχωρητήρια που είτε ξεχείλιζαν καθημερινά είτε ήταν πολύ μακριά από εκείνους που χρειάζονταν να τα χρησιμοποιήσουν (Evans, σ. 356)… Οι κατοικίες ήταν ανθυγιεινές, χωρίς εγκαταστάσεις υγιεινής. (σ, 357) Μέχρι το 1914, τα άλογα ήταν παρόντα σε όλες τις ευρωπαϊκές πόλεις, σέρνοντας κάρα και άμαξες, λεωφορεία και τραμ… Τη δεκαετία του 1850, από τους δρόμους του Λονδίνου έπρεπε να απομακρύνουν 20.000 τόνους κοπριάς ετησίως, και από τους δρόμους του Βερολίνου 100.000 τόνους ετησίως…» (Evans, 358)
Κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, η μετάδοση των ασθενειών, που μέχρι τότε ήταν αυξανόμενη, άρχισε να υποχωρεί κυρίως με την ανάπτυξη των δικτύων υδροδότησης και αποχέτευσης των μεγάλων πόλεων και τη σχετική βελτίωση της κατάστασης του πληθυσμού από εργασιακή, οικονομική, διατροφική και υγειονομική άποψη.
Σ’ αυτή την εξέλιξη, η ιατρική που βρίσκονταν σε πρωτόγονη κατάσταση, δεν έπαιξε κανένα ρόλο:
«Οι γιατροί αγνοούσαν την έννοια της αντισηψίας, δεν έπλεναν τα χέρια τους, δεν αποστείρωναν τα εργαλεία τους, χρησιμοποιούσαν μεταχειρισμένους επιδέσμους χωρίς να τους απολυμαίνουν.
Ο πρώτος γιατρός που αντιλήφθηκε τους κινδύνους των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, ο Ούγγρος Ignaz Semmelweis, διευθυντής της γυναικολογικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου της Βιέννης, έσωσε από το θάνατο λόγω επιλόχειου πυρετού, εκατομμύρια γυναίκες, αλλά πλήρωσε με την ζωή του τις ευθύβολες διαπιστώσεις του, που κινητοποίησαν εναντίον του το ιατρικό κατεστημένο της Βιέννης που θεώρησε προσβλητική για τους γιατρούς την άποψη ότι «μπορούσαν να μεταδίδουν νόσους». (Evans, 486-7)
Στον γαλλο-πρωσικό πόλεμο (1870-71), οι Γάλλοι χειρούργοι ακρωτηρίασαν περίπου 13.200 άκρα, με ποσοστό θνησιμότητας 76% των ασθενών. Όλοι οι ακρωτηριασμοί που έγιναν σε ανθρώπους που είχαν τραυματιστεί στην Κομμούνα του Παρισιού (1871), οδήγησαν στον θάνατο… (Evans, 488)
Ο θάνατος ήταν μονίμως παρών. (Evans, 468). Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, «τα νοσοκομεία ήταν τόποι στους οποίους πήγαιναν οι ασθενείς για να πεθάνουν…» (Evans, 488)
Ο Robert Koch, που είχε ανακαλύψει τον βάκιλο του τύφου το 1884, στάλθηκε από το Βερολίνο στο Αμβούργο για να αντιμετωπίσει την επιδημία του τύφου που έπληξε την πόλη. Αντικρύζοντας την κατάσταση των κατοικιών στις φτωχές συνοικίες δίπλα στο λιμάνι, ενθυμούμενος τις βρώμικες κατοικίες που είχε δει στην Αίγυπτο και τις Ινδίες, στράφηκε στην ομάδα του και είπε: «Κύριοι, ξέχασα ότι βρίσκομαι στην Ευρώπη». Στο απόγειο της εποχής του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού ήταν δύσκολο να υπάρχει μια πιο καταδικαστική ετυμηγορία». (Evans, 466)
Σήμερα, η φυσική «ανοσία του πληθυσμού» αποτελεί βασικό «επιχείρημα» όχι για την προώθηση των συνθηκών που την κατέστησαν ισχυρή και αποτελεσματική στο παρελθόν, αλλά για την επέκταση μιας αμφίβολης τεχνητής δήθεν «ανοσίας» μέσω των καταναγκαστικών εμβολιασμών σε ολόκληρο τον πληθυσμό, με την προβολή του (ανεδαφικού και ατεκμηρίωτου) ισχυρισμού ότι «όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό των εμβολιασμένων σε μια κοινότητα, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανοσία που διαθέτει έναντι ενός λοιμογόνου παράγοντα».
Αλλά, ο ισχυρισμός αυτός διαψεύδεται καθημερινά από την πραγματικότητα δεδομένου ότι νοσούν όχι μόνο τα πλήρως εμβολιασμένα άτομα αλλά και οι πλήρως εμβολιασμένες κοινότητες: στα σχολεία και τα πανεπιστήμια που δέχονται μόνο πλήρως εμβολιασμένους μαθητές και σπουδαστές και στο στρατό, σημειώνονται συχνά εξάρσεις της νόσου για την οποία έχουν εμβολιαστεί. Γι’ αυτό, οι «ειδικοί» αναγκάζονταν να αναθεωρούν διαρκώς το ποσοστό των ανθρώπων που «πρέπει να εμβολιαστούν», προκειμένου να διασφαλιστεί η περίφημη αλλά (φευ, άπιαστη) τεχνητή «ανοσία της κοινότητας»: έτσι, ξεκίνησαν τοποθετώντας στο 50% το ποσοστό του πληθυσμού που «πρέπει» να καλυφθεί προκειμένου να επιτευχθεί η «ανοσία του πληθυσμού» (herd immunity) και σταδιακά το ανέβασαν στο 95% και, εν συνεχεία, στο 100%, άνευ αποτελέσματος πάντοτε. Κι αυτό, γιατί απλούστατα:
• Η ανοσία από τα εμβόλια διαρκεί δύο χρόνια (στην καλύτερη περίπτωση).
• Οι εμβολιασμένοι μεταδίδουν τη νόσο.
• Οι εμβολιασμένοι προκαλούν δυσμενέστερη μετάλλαξη των ιών απέναντι στους οποίους ανοσοποιήθηκαν, και τους μεταδίδουν στον πληθυσμό.